Υπάρχει κάτι μαγικό στο ταξίδι, μια υπόσχεση που δεν γράφεται σε χαρτί, δεν μετριέται σε χιλιόμετρα, δεν χωράει σε οδηγίες πλοήγησης. Είναι ο χάρτης που δεν ανοίγεις ποτέ, γιατί δεν τον χρειάζεσαι πραγματικά – ο δρόμος σου μιλάει από μόνος του, σου ψιθυρίζει πού να στρίψεις, πότε να σταματήσεις, πότε να αφεθείς. Ταξιδεύουμε γιατί μέσα μας καίει μια φλόγα που δεν σβήνει με τη ρουτίνα, ένας πόθος να δούμε τι κρύβεται πίσω από την επόμενη στροφή, να νιώσουμε τον αέρα να χτυπά το πρόσωπο, να ακούσουμε τον ήχο του κόσμου που ξυπνά.
Γιατί ταξιδεύουμε; Γιατί η ζωή δεν είναι μόνο οι τοίχοι του σπιτιού μας ή οι οθόνες που κοιτάμε κάθε μέρα. Ταξιδεύουμε για να ξεφύγουμε, αλλά και για να βρούμε – τον εαυτό μας, τους άλλους, τον κόσμο. Είναι η ανάγκη να δραπετεύσουμε από το γνωστό, να δοκιμάσουμε τις αντοχές μας, να γεμίσουμε τα πνευμόνια μας με καινούργιες μυρωδιές: το αλάτι της θάλασσας, το χώμα μετά τη βροχή, το καμένο λάστιχο ενός δρόμου που μόλις αφήσαμε πίσω.
Ταξιδεύουμε γιατί θέλουμε να δούμε το ηλιοβασίλεμα από μια κορυφή που δεν έχουμε ξαναπατήσει, να γευτούμε ένα φαγητό που δεν ξέρουμε καν πώς να προφέρουμε, να ακούσουμε μια γλώσσα που μας κάνει να χαμογελάμε από αμηχανία.
Τα συναισθήματα που παίρνουμε είναι το καύσιμο κάθε ταξιδιού. Είναι η αδρεναλίνη όταν ο δρόμος στενεύει και η καρδιά χτυπά πιο γρήγορα. Είναι η γαλήνη όταν σταματάς σε ένα ξέφωτο και ο ήχος του ανέμου είναι το μόνο που ακούγεται. Είναι η νοσταλγία που σε πιάνει πριν καν τελειώσει το ταξίδι, γιατί ξέρεις ότι αυτές οι στιγμές δεν θα ξαναγυρίσουν ίδιες. Και είναι η χαρά – αυτή η καθαρή, ανόθευτη χαρά – όταν κοιτάς τον ορίζοντα και συνειδητοποιείς ότι είσαι εδώ, τώρα, ζωντανός. Το ταξίδι σου δίνει ένα χαμόγελο που δεν εξηγείται εύκολα, ένα χαμόγελο που μένει στα χείλη σου ακόμα κι όταν η κούραση βαραίνει τα πόδια σου.
Οι γνώσεις που μαζεύεις δεν είναι μόνο γεωγραφικές. Μαθαίνεις πώς να εμπιστεύεσαι το ένστικτό σου όταν ο χάρτης – που έτσι κι αλλιώς δεν άνοιξες – δεν σου δίνει απαντήσεις. Μαθαίνεις την υπομονή, όταν ο δρόμος γίνεται ατέλειωτος και ο προορισμός μοιάζει μακρινός. Μαθαίνεις την ταπεινότητα, όταν η φύση σου δείχνει πόσο μικρός είσαι μπροστά στα βουνά, τη θάλασσα, τον ουρανό. Και μαθαίνεις τους ανθρώπους – έναν ξένο που σου δίνει οδηγίες με νοήματα, έναν ντόπιο που σου προσφέρει ένα ποτήρι κρασί χωρίς να σου ζητήσει τίποτα. Κάθε ταξίδι είναι ένα βιβλίο που γράφεις χωρίς να κρατάς σημειώσεις, ένα μάθημα που δεν διδάσκεται σε αίθουσες.
Οι αισθήσεις σου ξυπνούν με έναν τρόπο που η καθημερινότητα τις ναρκώνει. Νιώθεις τον ήλιο να καίει το δέρμα σου, τον αέρα να σου μπερδεύει τα μαλλιά, τη μυρωδιά του πεύκου να γεμίζει τα ρουθούνια σου. Ακούς τον ήχο των κυμάτων ή το κελάηδισμα ενός πουλιού που δεν ξέρεις καν το όνομά του. Βλέπεις χρώματα που δεν φανταζόσουν – το βαθύ μπλε μιας λίμνης, το πορτοκαλί ενός δειλινού, το πράσινο ενός δάσους που μοιάζει να μην τελειώνει. Και η γεύση; Είναι ο καφές που πίνεις σε ένα χωριό που δεν θα ξαναδείς, το ψωμί που σου δίνει μια γιαγιά, η αλμύρα του ιδρώτα σου μετά από ώρες στον δρόμο. Το ταξίδι είναι μια γιορτή των αισθήσεων, ένα πάρτι που δεν χρειάζεται πρόσκληση.




photo by Dimitris Katsoulas
Και μετά, υπάρχει η μηχανή. Όχι απλώς ένα μέσο, αλλά ένας σύντροφος. Η μηχανή δεν είναι μόνο ο τρόπος να φτάσεις κάπου – είναι ο τρόπος να νιώσεις το ταξίδι. Ο ήχος του κινητήρα είναι η μουσική σου, ο κραδασμός της είναι ο παλμός σου. Με τη μηχανή δεν περνάς απλώς από τον δρόμο, τον ζεις: κάθε λακκούβα, κάθε στροφή, κάθε αλλαγή στον αέρα. Σου δίνει ελευθερία, αλλά και ευθύνη – να την οδηγήσεις, να την προσέξεις, να την ακούσεις όταν σου λέει ότι κουράστηκε. Είναι ο φίλος που δεν μιλάει πολύ, αλλά είναι πάντα εκεί, έτοιμος να σε πάει πιο μακριά απ’ όσο φανταζόσουν. Με τη μηχανή, ο δρόμος γίνεται δικός σου – δεν είσαι απλώς επιβάτης, είσαι ο πρωταγωνιστής.
Το ταξίδι δεν είναι μόνο ο προορισμός. Είναι οι μικρές στιγμές που μένουν: η μυρωδιά της βενζίνης όταν γεμίζεις το ντεπόζιτο, το γέλιο με έναν φίλο σε μια στάση, η κούραση που γίνεται γλυκιά όταν ξαπλώνεις το βράδυ. Είναι η αίσθηση ότι ο κόσμος είναι μεγαλύτερος απ’ όσο νόμιζες, αλλά ταυτόχρονα χωράει μέσα σου. Ταξιδεύουμε για να θυμηθούμε ότι η ζωή δεν είναι μόνο οι υποχρεώσεις, αλλά και οι αποδράσεις. Για να δούμε ότι ο χάρτης – αυτός που δεν ανοίγουμε – είναι τελικά ο ίδιος μας ο εαυτός, που ξεδιπλώνεται με κάθε χιλιόμετρο, με κάθε ανάσα, με κάθε στροφή.
Και όταν γυρίζεις; Δεν είσαι ο ίδιος. Κουβαλάς μαζί σου έναν ήχο, μια εικόνα, ένα συναίσθημα που δεν εξηγείται. Το ταξίδι δεν τελειώνει ποτέ πραγματικά – μένει μέσα σου, σαν ένα τραγούδι που σιγοτραγουδάς χωρίς να το ξέρεις, σαν ένας δρόμος που συνεχίζει να σε καλεί, ακόμα κι όταν οι τροχοί έχουν σταματήσει. Γιατί το ταξίδι, τελικά, είναι ο τρόπος μας να πούμε στον κόσμο: «Είμαι εδώ. Και θέλω να σε δω ολόκληρο.»
